Η οικοδόμηση της νέας, της αταξικής κοινωνίας, του κομμουνισμού, δεν αποτελεί απλώς και μόνο μία μετάβαση από κάποιο σχηματισμό σε κάποιον άλλο, αλλά συνιστά την εμφάνιση και την διαμόρφωση ενός ριζικά νέου τύπου κοινωνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μία κοσμοϊστορική αλλαγή, η οποία, ως προς το βάθος, την κλίμακα και τις προοπτικές της υπερβαίνει ακόμα και την μετάβαση της αρχαιότητας από την προ-ταξική στην ταξική κοινωνία. Πρόκειται για μία άρνηση-διαλεκτική άρση, τόσο των ταξικών ανταγωνιστικών τύπων ανάπτυξης της κοινωνίας, όσο και των πριν από αυτούς βαθμίδων, δηλ. ολόκληρης της μέχρι τώρα ιστορίας της ανθρωπότητας και των προϋποθέσεων της. Η επισήμανση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται όταν διατυπώνονται διάφορες εικασίες και εκτιμήσεις σχετικά με τους ρυθμούς οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, με τις δυσκολίες που προκύπτουν κ.λ.π. Η επισήμανση αυτή αφορά επίσης τις δυσκολίες, την αντιφατικότητα και τον ιδιαίτερα περίπλοκο χαρακτήρα των σχετικών θεωρητικών προσεγγίσεων..."

Δ. Πατέλη, Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη

9/09/2012

Georgi Dimitrov-Η επίθεση του φασισμού και τα καθήκοντα της κομμουνιστικής διεθνούς για την ενότητα της εργατικής τάξης ενάντια στο Φασισμό VIII


ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ

Τελικός λόγος στο 7ο παγκόσμιο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, 13 Αυγούστου 1935

Σύντροφοι! Η διεξοδική συζήτηση πάνω στην έκθεσή μου μαρτυράει το δυνατό ενδιαφέρον του Συνεδρίου για τα θεμελιώδη προβλήματα ταχτικής και τα καθήκοντα του αγώνα της εργατικής τάξης ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου και του φασισμού, ενάντια στον κίνδυνο ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Αν συνοψίσουμε τώρα το αποτέλεσμα της 8-ήμερης συζήτησης, θα διαπιστώσουμε, ότι όλες οι ουσιαστικές κατευθυντήριες γραμμές της έκθεσης βρήκαν την ομόφωνη επικρότηση του Συνεδρίου. Κανένας ομιλητής δεν πρόβαλε αντιρρήσεις ενάντια στις κατευθυντήριες γραμμές ταχτικής που θέσαμε και την απόφαση που προτείναμε.

Μπορεί κανείς να πει άνετα, ότι σε κανένα απολύτως από τα προηγούμενα Συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνούς δεν επικράτησε τέτοια ιδεολογική και πολιτική ενότητα, όπως σ' αυτό. Η πλέρια ομοφωνία του Συνεδρίου αποδείχνει, ότι στις γραμμές μας έχει ωριμάσει τελείως η αναγνώριση, ότι πρέπει να μεταβάλουμε την πολιτική μας και την ταχτική μας ανάλογα με τη μεταβληθείσα κατάσταση, με βάση την ολόπλευρη διδαχτική πείρα των τελευταίων χρόνων.

Την ομοφωνία αυτή μπορούμε χωρίς αμφιβολία να την θεωρήσουμε σα μια από τις σπουδαιότερες προϋποθέσεις για την επιτυχή λύση των κεντρικών καθηκόντων του διεθνούς προλεταριακού κινήματος, για να πραγματοποιήσουμε την ενότητα δράσης όλων των τμημάτων της εργατικής τάξης στον αγώνα εναντια στο φασισμό.

Για να λύσουμε με επιτυχία αυτό το καθήκον, πρέπει οι κομμουνιστές πρώτα να χρησιμοποιούν σωστά το όπλο της μαρξιστικής-λενινιστικής ανάλυσης, να μελετούν προσεχτικά τη συγκεκριμένη κατάσταση και τη συγκρότηση των ταξικών δυνάμεων στην ανάπτυξή τους, και ανάλογα να καθορίζουν το πρόγραμμα της δραστηριότητάς τους και της πάλης τους. Πρέπει να εξαφανίσουμε ανελέητα τη ροπή για κατασκευασμένα σχήματα, νεκρές φόρμουλες, έτοιμα καλούπια, που συχνά παραλύουν τους συντρόφους μας. Πρέπει να τελειώνουμε με την κατάσταση, όπου κομμουνιστές, που τους λείπουν οι γνώσεις και οι ικανότητες για μια μαρξιστική-λενινιστική ανάλυση, αντικαθιστούν την ανάλυση αυτή με γενικές εκφράσεις και γενικά συνθήματα, όπως “επαναστατική διέξοδος από την κρίση”, χωρίς να κάνουν καμμιά απολύτως σοβαρή προσπάθεια να εξηγήσουν, σε ποιο βαθμό επαναστατικής ωριμότητας του προλεταριάτου και των εργαζόμενων μαζών, με τι επίπεδο επιρροής του Κομμουνιστικού Κόμματος, είναι δυνατή μια τέτοια επαναστατική διέξοδος από την κρίση. Χωρίς μια τέτοια ανάλυση, όλα τα παρόμοια συνθήματα γίνονται κενές λέξεις, φράσεις χωρίς περιεχόμενο, που συσκοτίζουν μόνο τα τωρινά μας καθήκοντα. Χωρίς συγκεκριμένη μαρξιστική-λενινιστική ανάλυση, δε θα μπορέσουμε ποτέ να θέσουμε σωστά και να λύσουμε το ζήτημα του φασισμού, το ζήτημα του προλεταριακού Ενιαίου Μετώπου και του Λαϊκού Μετώπου, της τοποθέτησης προς την αστική δημοκρατία, της κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου, των προτσές που διεξάγονται μέσα στην εργατική τάξη και ιδιαίτερα μέσα στους σοσιαλδημοκράτες εργάτες, καθώς και πλήθος άλλα νέα και πολύπλοκα ζητήματα, που βάζει και θα βάζει η ίδια η ζωή, η ανάπτυξη της ταξικής πάλης.

Δεύτερο χρειαζόμαστε ζωντανούς ανθρώπους, ανθρώπους που ξεπηδάνε μέσα από την εργατική μάζα, από την καθημερινή πάλη της, ανθρώπους αποφασισμένους για αγώνα, απεριόριστα αφοσιωμένους στην υπόθεση του προλεταριάτου. Ανθρώπους, που με την ενεργητικότητά τους και με τα χέρια τους θα πραγματοποιήσουν τις αποφάσεις του Συνεδρίου μας. Χωρίς μπολσεβίκικα στελέχη δε θα εχτελέσουμε τα τεράστια εκείνα καθήκοντα, που μπαίνουν στους εργαζομένους στον αγώνα ενάντια στο φασισμό.

Τρίτο, χρειαζόμαστε ανθρώπους, εξοπλισμένους με την πυξίδα της μαρξιστικής-λενινιστικής θεωρίας, που χωρίς την έμπειρη χρησιμοποίησή της πέφτει κανείς στο στενό πραχτικισμό, δεν μπορεί να δει προς τα μπρος, βρίσκει μόνο πού και πού λύσεις και χάνει την πλατειά προοπτική του αγώνα, που δείχνει στις μάζες πού πηγαίνουμε, γιατί αγωνιζόμαστε και πού οδηγούμε τους εργαζομένους.

Τέταρτο, χρειαζόμαστε οργάνωση των μαζών, για να εφαρμόζουμε στην πράξη τις αποφάσεις μας. Η ιδεολογική και πολιτική μας επιρροή μόνο δε φτάνει. Πρέπει να σταματήσουμε τον προσανατολισμό προς τον αυθορμητισμό του κινήματος, σαν μια από τις κύριες αδυναμίες μας. Πρέπει να σκεφτόμαστε, ότι χωρίς επίμονη, μακρόχρονη, υπομονετική, καμμιά φορά άχαρη οργανωτική δουλειά, οι μάζες δε θα γυρίσουν το τιμόνι προς την κομμουνιστική όχθη. Για να μπορέσουμε να οργανώσουμε τις μάζες, πρέπει να μάθουμε την τέχνη να κάνουμε τις αποφάσεις μας χτήμα όχι μόνο των κομμουνιστών, αλλά και των πιο πλατειών μαζών των εργαζομένων. Πρέπει να μάθουμε να μιλάμε με τις μάζες όχι σε στυλ βιβλίου, αλλά στη γλώσσα αγωνιστών για την υπόθεση των μαζών. Αγωνιστών, που η κάθε τους λέξη, η κάθε τους σκέψη αντικατοπτρίζει τη σκέψη και τα αισθήματα εκατομμυρίων.
Σ' αυτό το ζήτημα θα ήθελα να αναφερθώ σε πρώτη γραμμή στον τελικό μου λόγο.

Σύντροφοι! Το Συνέδριο αποδέχτηκε τις νέες κατευθυντήριες γραμμές ταχτικής με μεγάλο ενθουσιασμό και ομοφωνία. Ο ενθουσιασμός και η ομοφωνία είναι οπωσδήποτε εξαιρετικά πράγματα. Αλλά ακόμη καλύτερα είναι, όταν συνδέονται με μια βαθειά επεξεργασμένη, κριτική αντιμετώπιση των καθηκόντων που μπαίνουν, με μια σωστή αφομοίωση των παρμένων αποφάσεων και με πραγματική κατανόηση για τα μέσα και τις μέθοδες εφαρμογής των αποφάσεων αυτών στη συγκεκριμένη κατάσταση κάθε χώρας.

Και προηγούμενα δεν είχαμε πάρει ομόφωνα καθόλου άσκημες αποφάσεις. Αλλά το ατύχημα ήταν, ότι συχνά τις παίρναμε μόνο τυπικά και στην καλύτερη περίπτωση τις κάναμε χτήμα μιας μικρής εμπροσθοφυλακής της εργατικής τάξης. Οι αποφάσεις μας δεν διαπότισαν πέρα για πέρα τις πλατειές μάζες, δε χρησίμεψαν σαν οδηγός για δράση σε εκατομμύρια ανθρώπους.

Μπορούμε να ισχυριστούμε, ότι σταματήσαμε τελειωτικά να χειριζόμαστε μόνο τυπικά τις παρμένες αποφάσεις; Όχι. Πρέπει να πούμε, ότι και σ' αυτό το Συνέδριο ήρθαν στο φως στους λόγους των διάφορων συντρόφων κατάλοιπα του φορμαλισμού, ότι πού και πού παρουσιάζεται η τάση να αντικατασταθεί η συγκεκριμένη ανάλυση της πραγματικότητας και της ζωντανής πείρας με ένα οποιοδήποτε σχήμα, με μια οποιαδήποτε νέα, απλοποιημένη, νεκρή φόρμουλα, και να παρουσιαστεί αυτό που επιθυμούμε, αλλά δεν υπάρχει ακόμη, σαν πραγματικότητα, σα να υφίσταται πραγματικά.

Ο αγώνας ενάντια στο φασισμό πρέπει να είναι συγκεκριμένος
Κανένα γενικό χαρακτηριστικό του φασισμού, όσο σωστό κι αν είναι, δε μας απαλλάσσει από το καθήκον να μελετάμε συγκεκριμένα και να παίρνουμε υπόψη μας την ιδιομορφία της ανάπτυξης του φασισμού και των διάφορων μορφών φασιστικής διχτατορίας στις διάφορες χώρες και στις διάφορες φάσεις. Είναι απαραίτητο να ερευνάμε, να μελετάμε και να ανακαλύπτουμε σε κάθε χώρα το εθνικά ιδιαίτερο, το εθνικά ειδικό στο φασισμό, και ανάλογα να καθορίζουμε αποτελεσματικές μέθοδες και μορφές πάλης ενάντια στο φασισμό.

Ο Λένιν μας προειδοποίησε με μεγάλη έμφαση, για τον κίνδυνο “των καλουπιών, της μηχανικής εξίσωσης, της ισοπέδωσης των κανόνων ταχτικής, και των κανόνων της πάλης”. Η προειδοποίηση αυτή είναι ιδιαίτερα εύστοχη, όταν πρόκειται για αγώνα ενάντια σε έναν εχθρό, που θυσιάζει τόσο πανούργα, τόσο υποκριτικά τα εθνικά αισθήματα και τις προκαταλήψεις των μαζών και τις αντικαπιταλιστικές τους διαθέσεις για το συμφέρον του μεγάλου κεφαλαίου. Έναν τέτοιο εχθρό πρέπει να τον γνωρίσουμε ακριβώς και από όλες τις πλευρές. Πρέπει να αντιδρούμε χωρίς καμμιά καθυστέρηση στις ποικίλες μανούβρες του, να ξεσκεπάζουμε τους ελιγμούς του, να είμαστε έτοιμοι να τον αντιμετωπίσουμε σε κάθε πεδίο, σε κάθε στιγμή. Δεν πρέπει να διστάζουμε να διδαχτούμε από τον ίδιο τον εχθρό, αν αυτό βοηθάει, να του σπάσουμε τη ραχοκοκκαλιά γρηγορώτερα και ασφαλέστερα.

Θα ήταν μεγάλο λάθος, να θέλαμε να κατασκευάσουμε ένα οποιοδήποτε γενικό σχήμα ανάπτυξης του φασισμού για όλες τις χώρες και όλους τους λαούς. Ένα τέτοιο σχήμα δε θα μας βοηθούσε, αλλά θα μας εμπόδιζε να διεξάγουμε τον πραγματικό αγώνα. Πέρα από όλα τα άλλα, οδηγεί στο να σπρωχτούν χωρίς διάκριση στο στρατόπεδο του φασισμού τα στρώματα εκείνα του πληθυσμού, που, αν τα πλησιάζαμε με σωστό τρόπο, θα μπορούσαμε να τα δραστηριοποιήσουμε στον αγώνα ενάντια στο φασισμό ή τουλάχιστον να τα ουδετεροποιήσουμε.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την ανάπτυξη του φασισμού στη Γαλλία και στη Γερμανία. Μερικοί σύντροφοι έχουν τη γνώμη, ότι ο φασισμός στη Γαλλία δεν μπορεί να αναπτυχτεί γενικά τόσο εύκολα όπως στη Γερμανία. Τι είναι σ' αυτή τη σκέψη σωστό και τι λάθος; Σωστό είναι, ότι στη Γερμανία δεν υπήρχαν τόσο βαθειά ριζωμένες δημοκρατικές παραδόσεις όπως στη Γαλλία, που διεξήγαγε το 18ο και 19ο αιώνα αρκετές επαναστάσεις. Σωστό είναι, ότι η Γαλλία είναι μια χώρα, που κέρδισε τον πόλεμο και επέβαλε σε άλλες χώρες τη συνθήκη των Βερσαλλιών, ότι στη Γαλλία δεν πληγώθηκε η εθνική ευαισθησία των μαζών όπως στη Γερμανία, όπου το γεγονός αυτό έπαιξε ένα τόσο μεγάλο ρόλο. Σωστό είναι, ότι οι κύριες μάζες της αγροτιάς στη Γαλλία έχουν δημοκρατικές αντιφασιστικές διαθέσεις, ιδιαίτερα στις νότιες περιοχές, σε αντίθεση με τη Γερμανία, όπου ήδη πριν από την άνοδο του φασισμού, ένα σημαντικό τμήμα της αγροτιάς βρισκόταν κάτω από την επιρροή των αντιδραστικών κομμάτων.

Αλλά, σύντροφοι, πέρα από τις υπάρχουσες διαφορές στην ανάπτυξη του φασιστικού κινήματος στη Γαλλία και στη Γερμανία, πέρα από τις στιγμές, που δυσκόλεψαν την προέλαση του φασισμού στη Γαλλία, θα πρέπει να είμαστε κοντόφθαλμοι, αν δε βλέπουμε το ασταμάτητο δυνάμωμα του φασιστικού κινδύνου στη χώρα αυτή και αν υποτιμάμε τη δυνατότητα φασιστικής ανατροπής. Πολλές περιστάσεις ευνοούν πάλι στη Γαλλία την ανάπτυξη του φασισμού. Μην ξεχνάτε, ότι η οικονομική κρίση, που άρχισε στη Γαλλία αργότερα από ό,τι στις άλλες καπιταλιστικές χώρες, βαθαίνει και οξύνεται παραπέρα, πράγμα που διευκολύνει ιδιαίτερα την αχαλίνωτη δημαγωγία των φασιστών. Ο γαλλικός φασισμός έχει τόσο γερές θέσεις μέσα στο στρατό, στο σώμα των αξιωματικών, όσο δεν είχαν οι εθνικοσοσιαλιστές στο γερμανικό στρατό πριν από το ανέβασμά τους στην εξουσία. Ακόμη, σε καμμιά χώρα η διαφθορά του κοινοβουλευτικού συστήματος δεν έχει πάρει τέτοια τεράστια έχταση και δεν προκάλεσε τέτοια αγανάχτηση στις μάζες, όπως στη Γαλλία, πράγμα στο οποίο ποντάρουν με δημαγωγικό τρόπο, όπως είναι γνωστό, οι γάλλοι φασίστες στον αγώνα τους ενάντια στην αστική δημοκρατία. Μην ξεχνάτε ακόμη ότι ο μεγάλος φόβος της γαλλικής αστικής τάξης να χάσει την πολιτική και στρατιωτική ηγεμονία της στην Ευρώπη, ευνοεί την ανάπτυξη του φασισμού.

Από αυτό βγαίνει, ότι οι επιτυχίες του αντιφασιστικού κινήματος στη Γαλλία, για τις οποίες μίλησαν εδώ οι σύντροφοι Τορέζ και Κασέν και για τις οποίες χαιρόμαστε με όλη μας την καρδιά, δεν μπορούν σε καμμιά περίπτωση να ειδωθούν ακόμη σα δείγμα για το γεγονός, ότι οι εργαζόμενες μάζες πέτυχαν να φράξουν μια για πάντα το δρόμο στο φασισμό. Πρέπει να τονίσουμε με όλη μας τη δύναμη για μια ακόμη φορά τη μεγάλη σπουδαιότητα των καθηκόντων της γαλλικής εργατικής τάξης στον αγώνα ενάντια στο φασισμό, καθήκοντα, που ανάφερα ήδη στην έκθεσή μου.

Είναι ακόμη επικίνδυνο να τρέφουμε αυταπάτες για την αδυναμία του φασισμού σε άλλες χώρες, όπου αυτός δε διαθέτει πλατειά μαζική βάση. Έχουμε παραδείγματα τέτοιων χωρών, όπως είναι η Βουλγαρία, η Γιουγκοσλαβία, η Φιλλανδία, όπου ο φασισμός, χωρίς να έχει πλατειά βάση, ανέβηκε στην εξουσία στηριζόμενος στις ένοπλες δυνάμεις του κράτους και ύστερα προσπάθησε να διευρύνει τη βάση του, χρησιμοποιώντας την κρατική μηχανή.

Δίκιο είχε ο σύντροφος Ντουττ, όταν ισχυρίστηκε, ότι στις γραμμές μας υπήρχε η τάση να βλέπουμε το φασισμό γενικά, χωρίς να παίρνουμε υπόψη μας τις συγκεκριμένες ιδιομορφίες του φασιστικού κινήματος στην κάθε χώρα και να θεωρούμε όλα τα αντιδραστικά μέτρα της αστικής τάξης σα φασισμό και μάλιστα το όχι κομμουνιστικό στρατόπεδο συνολικά σα φασιστικό. Το αποτέλεσμα δεν ήταν το δυνάμωμα, αλλά αντίθετα το αδυνάτισμα του αγώνα ενάντια στο φασισμό.

Αλλά και τώρα ακόμη υπάρχουν υπολλείματα σχηματικής τοποθέτησης απέναντι στο φασισμό. Μήπως ο ισχυρισμός διάφορων συντρόφων, ότι το “Νιου Ντηλ” του Ρούσβελτ είναι μία ακόμη πιο φανερή, ακόμη πιο οξεία μορφή εξέλιξης της αστικής τάξης στο φασισμό από ό,τι για παράδειγμα η “Εθνική Κυβέρνηση” της Αγγλίας, δεν είναι η έκφραση μιας τέτοιας σχηματικής τοποθέτησης; Χρειάζεται πραγματικά μεγάλη δόση σχηματικής αντίληψης για να μη βλέπουμε, ότι οι αντιδραστικότεροι κύκλοι του αμερικάνικου χρηματιστικού κεφαλαίου, που επιτίθενται στο Ρούσβελτ, είναι κυρίως εκείνη ακριβώς η δύναμη, που υποδαυλίζει και οργανώνει το φασιστικό κίνημα στις Ενωμένες Πολιτείες. Το να μην αντιλαμβανόμαστε πίσω από τις υποκριτικές φράσεις των κύκλων αυτών για “υπεράσπιση των δημοκρατικών διακιωμάτων των αμερικανών πολιτών” τον πραγματικό φασισμό που γεννιέται στις Ενωμένες Πολιτείες, σημαίνει ότι αποπροσανατολίζουμε την εργατική τάξη στον αγώνα της ενάντια στι χειρότερό της εχθρό.

Και στις αποικιακές και μισοαποικιακές χώρες αναπτύσσονται, όπως διαπίστωθηκε στη συζήτηση, ορισμένες φασιστικές ομάδες, αλλά φυσικά εδώ δεν πρόκειται για έναν τέτοιο φασισμό, όπως έχουμε συνηθίσει να τον βλέπουμε στη Γερμανία, στην Ιταλία και σε άλλες καπιταλιστικές χώρες. Εδώ πρέπει να πάρουμε υπόψη μας τις εντελώς διαφορετικές οικονομικές, πολιτικές και ιστορικές συνθήκες, κάτω από τις οποίες ο φασισμός παίρνει και θα παίρνει ειδικές μορφές.

Στην ανικανότητά τους να πιάσουν συγκεκριμένα τα φαινόμενα της ζωντανής πραγματικότητας, μερικοί σύντροφοι, που πάσχουν από τεμπελιά σκέψης, αντικαθιστούν τη λεπτομερειακή και προσεχτική μελέτη της συγκεκριμένης κατάστασης και του συσχετισμού των ταξικών δυνάμεων με γενικές, κενές φόρμουλες. Αυτοί δεν μοιάζουν καθόλου με σκοπευτές, που πετυχαίνουν ακριβώς το στόχο, αλλά μ' εκείνα τα “σαΐνια στη σκοποβολή”, που λαθεύουν συστηματικά και συνέχεια, πότε ρίχνουν πιο ψηλά, πότε πιο χαμηλά, πότε πιο μακρυά, πότε πιο κοντά στο στόχο. Εμείς όμως, σύντροφοι, σαν κομμουνιστές αγωνιστές του εργατικού κινήματος, σαν επαναστατική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, θέλουμε να είμαστε εκείνοι οι σκοπευτές, που πετυχαίνουν πραγματικά αλάθητα το στόχο τους.

Προλεταριακό Ενιαίο Μέτωπο ή Αντιφασιστικό Λαϊκό Μέτωπο
Έτσι, μερικοί σύντροφοι σπάνε χωρίς λόγο το κεφάλι τους για το ζήτημα με τι να αρχίσουμε – με το Ενιαίο Μέτωπο του προλεταριάτου ή με το αντιφασιστικό Λαϊκό Μέτωπο;

Οι μεν λένε, ότι με τη δημιουργία του αντιφασιστικού Λαϊκού Μετώπου δε θα μπορέσουμε να αρχίσουμε πριν να έχει οργανωθεί ένα γερό Ενιαίο Μέτωπο του προλεταριάτου.

Μιας όμως και η δημιουργία του προλεταριακού Ενιαίου Μετώπου σε μια σειρά χώρες προσκρούει στην αντίσταση του αντιδραστικού τμήματος της σοσιαλδημοκρατίας, - κρίνουν οι άλλοι - θα ήταν καλύτερα να αρχίσουμε αμέσως με το Λαϊκό Μέτωπο και ύστερα πάνω σ' αυτή τη βάση να αναπτύξουμε το Ενιαίο Μέτωπο της εργατικής τάξης.

Τόσο οι μεν όσο και οι δε δεν κατανοούν προφανώς, ότι το Ενιαίο Μέτωπο του προλεταριάτου και το αντιφασιστικό Λαϊκό Μέτωπο είναι συνδεμένα μεταξύ τους, πλεγμένα μεταξύ τους με τη ζωντανή διαλεχτικής του αγώνα, ότι στην πορεία του πραχτικού αγώνα ενάντια στο φασισμό το ένα ενώνεται με το άλλο και σε καμμιά περίπτωση δε χωρίζονται το ένα από το άλλο από κανένα σινικό τείχος.

Δε μπορεί κανείς βέβαια να πιστεύει στα σοβαρά, ότι είναι δυνατό να δημιουργηθεί πραγματικά ένα αντιφασιστικό Λαϊκό Μέτωπο, χωρίς να πραγματοποιηθεί η ενότητα δράσης της ίδιας της εργατικής τάξης, που είναι η ηγετική δύναμη αυτού του Λαϊκού Μετώπου. Σύγχρονα πάλι, η παραπέρα ανάπτυξη του προλεταριακού Ενιαίου Μετώπου εξαρτιέται σε σημαντικό βαθμό από τη μεταβολή του σε ένα Λαϊκό Μέτωπο ενάντια στο φασισμό.

Φανταστείτε, σύντροφοι, έναν τέτοιο άνθρωπο που βλέπει τα πράγματα σχηματικά, να βρεθεί μπροστά στην απόφασή μας και με τον ενθουσιασμό ενός γνήσιου “γραμματικού” να κατασκευάσει το σχήμα του:

Πρώτα Ενιαίο Μέτωπο του προλεταριάτου από τα κάτω σε τοπική κλίμακα.

Ύστερα Ενιαίο Μέτωπο από τα κάτω σε επίπεδο περιοχής.

Ύστερα Ενιαίο Μέτωπο από τα πάνω με την ίδια σειρά.

Παραπέρα – Ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος.

Κατόπιν – τράβηγμα των άλλων αντιφασιστικών κομμάτων.

Ύστερα το ολόπλευρα αναπτυγμένο Λαϊκό Μέτωπο από τα πάνω και τα κάτω.

Μετά πρέπει να ανεβάσουμε το κίνημα σε ένα ανώτερο σκαλοπάτι να το πολιτικοποιήσουμε, να το επαναστατικοποιήσουμε κ.λ.π. κ.λ.π.

Σύντροφοι, θα μου πείτε, ότι πρόκειται για μεγάλη ανοησία. Σύμφωνοι. Αλλά το άσκημο είναι, ότι μια τέτοια σεχταριστική ανοησία, με αυτή ή την άλλη μορφή, υπάρχει ακόμη πολύ συχνά δυστυχώς μέσα στις γραμμές μας.

Και πώς έχουν τα πράγματα στην πραγματικότητα; Φυσικά, παντού πρέπει να επιδιώκουμε ένα πλατύ Λαϊκό Μέτωπο αγώνα ενάντια στο φασισμό. Αλλά σε αρκετές χώρες δε θα ξεπεράσουμε τη γενικολογία για το Λαϊκό Μέτωπο, αν δεν ξέρουμε να σπάμε με την κινητοποίηηση των εργατικών μαζών την αντίσταση του αντιδραστικού τμήματος της σοσιαλδημοκρατίας ενάντια στο ενιαίο αγωνιστικό μέτωπο του προλεταριάτου. Έτσι έχουν τα πράγματα κυρίως στην Αγγλία, όπου η εργατική τάξη αποτελεί την πλειοψηφία του πληθυσμού, όπου τα εγγλέζικα συνδικάτα και το Εργατικό Κόμμα έχουν πίσω τους την κύρια μάζα της εργατικής τάξης. Έτσι έχουν τα πράγματα στο Βέλγιο και στις Σκανδιναβικές χώρες, όπου τα αδύναμα αριθμητικά, κομμουνιστικά Κόμματα έχουν απέναντί τους ισχυρά μαζικά συνδικάτα και αριθμητικά ισχυρά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.

Οι κομμουνιστές θα έκαναν στις χώρες αυτές το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος, αν παραιτούνταν από τον αγώνα για τη δημιουργία του προλεταριακού Ενιαίου Μετώπου και κρύβονταν πίσωαπό γενικές εκφράσεις για το Λαϊκό Μέτωπο, που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συμμετοχή μαζικών οργανώσεων της εργατικής τάξης. Για να φτιάξουμε στις χώρες αυτές ένα πραγματικό Λαϊκό Μέτωπο, οι κομμουνιστές πρέπει να κάνουν τεράστια πολιτική και οργανωτική δουλειά μέσα στις εργατικές μάζες, που βλέπουν τις ρεφορμιστικές μαζικές οργανώσεις ήδη σαν την ενσάρκωση της προλεταριακής ενότητας, να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις τους. Πρέπει να πείσουν τις μάζες, ότι η δημιουργία του Ενιαίου Μετώπου με τους κομμουνιστές σημαίνει το πέρασμά τους στις θέσεις της ταξικής πάλης, ότι μόνο ένα τέτοιο πέρασμα εγγυάται την επιτυχία του αγώνα ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου και του φασισμού. Δε θα ξεπεράσουμε τις δυσκολίες που συναντάμε, βάζοντας εδώ πλατύτερα καθήκοντα. Αντίθετα, θα τις ξεπεράσουμε, αν αγωνιζόμαστε για τον παραμερισμό αυτών των αδυναμιών, αν ετοιμάζουμε όχι με λόγια, αλλά στην πραγματικότητα τη δημιουργία ενός πραγματικού Λαϊκού Μετώπου αγώνα ενάντια στο φασισμό, ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου, ενάντια στον κίνδυνο ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Διαφορετικά μπαίνει το ζήτημα σε εκείνες τις χώρες όπως η Πολωνία, όπου μαζί με το εργατικό κίνημα αναπτύσσεται ένα ισχυρό αγροτικό κίνημα, όπου οι αγροτικές μάζες έχουν δικές τους οργανώσεις, που κάτω από την επίδραση της αγροτικής κρίσης ριζοσπαστικοποιούνται, όπου η εθνική καταπίεση προκαλεί αγανάχτηση στις εθνικές μειονότητες. Εδώ, η ανάπτυξη του Λαϊκού Μετώπου του αγώνα θα πραγματοποιηθεί παράλληλα με την ανάπτυξη του προλεταριακού Ενιαίου Μετώπου, και καμμιά φορά, στις χώρες αυτές, το κίνημα του Λαϊκού Μετώπου μπορεί και να υπερφαλαγγίσει το κίνημα του Εργατικού Μετώπου.

Πάρτε μια χώρα σαν την Ισπανία, που βρίσκεται στην πορεία της αστικο-δημοκρατικής επανάστασης. Μπορούμε να πούμε, ότι ο οργανωτικός κατακερματισμός του προλεταριάτου στην Ισπανία απαιτεί, να πραγματοποιήσουμε την ολοκληρωτική αγωνιστική ενότητα της εργατικής τάξης, πριν ακόμη να δημιουργήσουμε ένα εργατο – αγροτικό Μέτωπο ενάντια στο Λερρού και Ζιλ Ρόμπλες; Βάζοντας έτσι το ζήτημα, θα απομονώναμε το προλεταριάτο από την αγροτιά, θα αποσύραμε στην πραγματικότητα το σύνθημα της αγροτικής επανάστασης, θα διευκολύναμε τους εχθρούς του λαού να διχάσουν το προλεταριάτο και την αγροτιά και να αντιπαραθέσουν την αγροτιά στην εργατική τάξη. Και αυτό υπήρξε, όπως είναι γνωστό, μια από τις κύριες αιτίες της ήττας της εργατικής τάξης στους αγώνες του Οχτώβρη του 1934 στις Αστούριες.

Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε κάτι: Σε όλες τις χώρες, όπου το προλεταριάτο είναι αριθμητικά σχετικά αδύνατο, όπου η αγροτιά και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης υπερτερούν, πρέπει τόσο περισσότερο να βάζουμε τις δυνάμεις μας, για να δημιουργήσουμε ένα ισχυρό Ενιαίο Μέτωπο της ίδιας της εργατικής τάξης, ώστε η εργατική τάξη να μπορέσει να παίξει το ρόλο της σαν ηγετικός παράγοντας όλων των εργαζομένων.

Δεν μπορούμε λοιπόν, σύντροφοι, να δώσουμε για τη λύση του ζητήματος του προλεταριακού Μετώπου και του Λαϊκού Μετώπου καμμιά γενική συνταγή για.όλες τις περιπτώσεις, για όλες τις χώρες και για όλους τους λαούς. Η γενικότητα σε ένα τέτοιο ζήτημα, η εφαρμογή μιας και μόνο συνταγής για όλες τις χώρες, επιτρέψτε μου να πω, ότι θα σήμαινε αγνωστικισμό. Τον αγνωστικισμό όμως πρέπει να τον χτυπάμε περισσότερο, όταν εμφανίζεται με τη μορφή γενικών σχημάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: